Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπονόστησις
ὑπονύσσω
ὑπονυστάζω
ὑπόξυλος
ὑποξυρέω
ὑποπαρωθέω
ὑποπάσσω
ὑποπεινᾱ́ω
ὑπόπεμπτος
ὑποπέμπω
ὑποπεπτηῶτες
ὑποπεπτωκότως
ὑποπέρδομαι
ὑποπερκάζω
ὑποπετάννῡμι
ὑποπετάσματα
ὑποπετρίδιος
ὑπόπετρος
ὑποπίμπλαμαι
ὑποπίμπρημι
ὑποπῑ́νω
View word page
ὑποπεπτηῶτες
ὑποπεπτηῶτεςep.masc.nom.pl.pf.ptcpl.seeὑποπτήσσω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑποπεπτηῶτες
Headword (normalized):
ὑποπεπτηῶτες
Headword (normalized/stripped):
υποπεπτηωτες
IDX:
41387
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41388
Key:
ὑποπεπτηῶτες

Data

{'headword_display': '<b>ὑποπεπτηῶτες</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὑποπεπτηῶτες<LblR>ep.masc.nom.pl.pf.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ὑποπτήσσω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑποπεπτηῶτες'}