Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπόνομος
ὑπονοστέω
ὑπονόστησις
ὑπονύσσω
ὑπονυστάζω
ὑπόξυλος
ὑποξυρέω
ὑποπαρωθέω
ὑποπάσσω
ὑποπεινᾱ́ω
ὑπόπεμπτος
ὑποπέμπω
ὑποπεπτηῶτες
ὑποπεπτωκότως
ὑποπέρδομαι
ὑποπερκάζω
ὑποπετάννῡμι
ὑποπετάσματα
ὑποπετρίδιος
ὑπόπετρος
ὑποπίμπλαμαι
View word page
ὑπόπεμπτος
ὑπόπεμπτοςονadjὑποπέμπω of a messengersent with intent to deceiveX.

ShortDef

sent covertly

Debugging

Headword:
ὑπόπεμπτος
Headword (normalized):
ὑπόπεμπτος
Headword (normalized/stripped):
υποπεμπτος
IDX:
41385
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41386
Key:
ὑπόπεμπτος

Data

{'headword_display': '<b>ὑπόπεμπτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὑπόπεμπτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ὑποπέμπω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a messenger</Indic><Tr>sent with intent to deceive</Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ὑπόπεμπτος'}