Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπολήνιον
ὑποληνίς
ὑπόληψις
ὑπολιπής
ὑπόλισφος
ὑπολογίζομαι
ὑπόλογος
ὑπόλογος
ὑπόλοιπος
ὑπολόχᾱγος
ὑπολύριος
ὑπολῡ́ω
ὑπομαίνομαι
ὑπόμακρος
ὑπομαλακίζομαι
ὑπομαργότερος
ὑπομάσσω
ὑπομείγνῡμι
ὑπομειδιάω
ὑπομείων
ὑπομέμφομαι
View word page
ὑπο-λύριος
ὑπολύριοςονadjλύρᾱ of reedfor the inside of a lyresupporting its armsAr.

ShortDef

under the lyre

Debugging

Headword:
ὑπολύριος
Headword (normalized):
ὑπολύριος
Headword (normalized/stripped):
υπολυριος
IDX:
41347
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41348
Key:
ὑπολύριος

Data

{'headword_display': '<b>ὑπο-λύριος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὑπο<hyph/>λύριος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>λύρᾱ</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of reed</Indic><Tr>for the inside of a lyre<Expl>supporting its arms</Expl></Tr><Au>Ar.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ὑπολύριος'}