Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑποισχάνω
ὑποΐσχομαι
ὑποκάθημαι
ὑποκαθίεμαι
ὑποκαθίζω
ὑποκαίω
ὑποκάμπτω
ὑποκάρδιος
ὑποκαταβαίνω
ὑποκατακλῑ́νομαι
ὑποκάτημαι
ὑποκάτω
ὑπόκειμαι
ὑποκηρύττομαι
ὑποκίνδῡνος
ὑποκῑνέω
ὑποκλάζω
ὑποκλέπτομαι
ὑποκλῑ́νομαι
ὑποκλονέομαι
ὑποκλοπέομαι
View word page
ὑποκάτημαι
ὑποκάτημαιIon.mid.vbseeὑποκάθημαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑποκάτημαι
Headword (normalized):
ὑποκάτημαι
Headword (normalized/stripped):
υποκατημαι
IDX:
41291
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41292
Key:
ὑποκάτημαι

Data

{'headword_display': '<b>ὑποκάτημαι</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ὑποκάτημαι</HL><PS>Ion.mid.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ὑποκάθημαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑποκάτημαι'}