Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑποθυμίς
ὑποθῡμίς
ὑποθύψᾱς
ὑπόθυψις
ὑποθωπεύω
ὑποθωρήσσομαι
ὑποίγνῡμι
ὑποικουρέω
ὕποινος
ὑποισχάνω
ὑποΐσχομαι
ὑποκάθημαι
ὑποκαθίεμαι
ὑποκαθίζω
ὑποκαίω
ὑποκάμπτω
ὑποκάρδιος
ὑποκαταβαίνω
ὑποκατακλῑ́νομαι
ὑποκάτημαι
ὑποκάτω
View word page
ὑποΐσχομαι
ὑποΐσχομαιep.mid.vbseeὑπισχνέομαι

ShortDef

catch by holding under

Debugging

Headword:
ὑποΐσχομαι
Headword (normalized):
ὑποΐσχομαι
Headword (normalized/stripped):
υποισχομαι
IDX:
41282
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41283
Key:
ὑποΐσχομαι

Data

{'headword_display': '<b>ὑποΐσχομαι</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ὑποΐσχομαι</HL><PS>ep.mid.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ὑπισχνέομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑποΐσχομαι'}