Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑποθημοσύνη
ὑποθορυβέω
ὑποθρᾱ́ττω
ὑποθρύπτομαι
ὑποθυμίς
ὑποθῡμίς
ὑποθύψᾱς
ὑπόθυψις
ὑποθωπεύω
ὑποθωρήσσομαι
ὑποίγνῡμι
ὑποικουρέω
ὕποινος
ὑποισχάνω
ὑποΐσχομαι
ὑποκάθημαι
ὑποκαθίεμαι
ὑποκαθίζω
ὑποκαίω
ὑποκάμπτω
ὑποκάρδιος
View word page
ὑπ-οίγνῡμι
ὑποίγνῡμιvb stealthily opena door, storeroomAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑποίγνῡμι
Headword (normalized):
ὑποίγνῡμι
Headword (normalized/stripped):
υποιγνυμι
IDX:
41278
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41279
Key:
ὑποίγνῡμι

Data

{'headword_display': '<b>ὑπ-οίγνῡμι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ὑπ<hyph/>οίγνῡμι</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>stealthily open</Tr><Obj>a door, storeroom<Au>Ar.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'ὑποίγνῡμι'}