Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑποζώματα
ὑποζώννῡμι
ὑποθάλπω
ὑπόθεο
ὑποθερμαίνομαι
ὑπόθερμότερος
ὑπόθεσις
ὑποθέω
ὑποθήκη
ὑπόθημα
ὑποθημοσύνη
ὑποθορυβέω
ὑποθρᾱ́ττω
ὑποθρύπτομαι
ὑποθυμίς
ὑποθῡμίς
ὑποθύψᾱς
ὑπόθυψις
ὑποθωπεύω
ὑποθωρήσσομαι
ὑποίγνῡμι
View word page
ὑποθημοσύνη
ὑποθημοσύνηηςfadvice, suggestioninstructionHom. X. AR.

ShortDef

a suggestion, hint, warning

Debugging

Headword:
ὑποθημοσύνη
Headword (normalized):
ὑποθημοσύνη
Headword (normalized/stripped):
υποθημοσυνη
IDX:
41268
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41269
Key:
ὑποθημοσύνη

Data

{'headword_display': '<b>ὑποθημοσύνη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὑποθημοσύνη</HL><Infl>ης</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Tr>advice, suggestion<or/>instruction</Tr><Au>Hom. X. AR.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὑποθημοσύνη'}