Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ὑπόδεσις
ὑποδεσμός
ὑποδέχομαι
ὑποδέω
ὑποδηλόω
ὑποδήλωσις
ὑπόδημα
ὑποδιδάσκαλος
ὑπόδικος
ὑποδῑνέομαι
ὑποδμηθείς
ὑποδμώς
ὑπόδοσις
ὑποδοχή
ὑπόδρα
ὑποδραμεῖν
ὑποδρήσσω
ὑποδρηστήρ
ὑποδρομή
ὑπόδρομος
ὑπόδροσος
View word page
ὑποδμηθείς
ὑποδμηθείς
aor.pass.ptcpl.
see
ὑποδάμναμαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑποδμηθείς
Headword (normalized):
ὑποδμηθείς
Headword (normalized/stripped):
υποδμηθεις
IDX:
41236
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41237
Key:
ὑποδμηθείς
Data
{'headword_display': '<b>ὑποδμηθείς</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὑποδμηθείς<LblR>aor.pass.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ὑποδάμναμαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑποδμηθείς'}