Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπνώδης
ὑπνώσσω
ὑπνωτικός
ὑπνώω
ὑπό
ὕπο
ὑποαμουσότερος
ὑπόβαθρον
ὑποβαίνω
ὑποβάλλω
ὑποβαρβαρίζω
ὑπόβασις
ὑποβεβρεγμένος
ὑποβιβάζομαι
ὑποβῑνητιάω
ὑποβλέπω
ὑποβλήδην
ὑποβλητέος
ὑπόβλητος
ὑποβολή
ὑποβολιμαῖος
View word page
ὑπο-βαρβαρίζω
ὑποβαρβαρίζωvb speak somewhat like a barbarianspeak broken GreekPl.

ShortDef

to speak a little like a foreigner, speak rather broken

Debugging

Headword:
ὑποβαρβαρίζω
Headword (normalized):
ὑποβαρβαρίζω
Headword (normalized/stripped):
υποβαρβαριζω
IDX:
41177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41178
Key:
ὑποβαρβαρίζω

Data

{'headword_display': '<b>ὑπο-βαρβαρίζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ὑπο<hyph/>βαρβαρίζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Def>speak somewhat like a barbarian</Def><Tr>speak broken Greek</Tr><Au>Pl.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ὑποβαρβαρίζω'}