Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπεσσεῖται
ὑπέσταν
ὑπεστόρεσα
ὑπέσχεθον
ὑπεσχόμην
ὑπεύδιος
ὑπεύθῡνος
ὑπέφθην
ὑπέχευε
ὑπέχω
ὑπήεισα
ὑπηέριος
ὑπήκοος
ὑπῆλθον
ὑπηνέμιος
ὑπήνεμος
ὑπήνη
ὑπηνήτης
ὑπηοῖος
ὑπηργμένος
ὑπηρεσίᾱ
View word page
ὑπήεισα
ὑπήεισαep.aor.seeὑπᾴδω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπήεισα
Headword (normalized):
ὑπήεισα
Headword (normalized/stripped):
υπηεισα
IDX:
41134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41135
Key:
ὑπήεισα

Data

{'headword_display': '<b>ὑπήεισα</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὑπήεισα<LblR>ep.aor.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ὑπᾴδω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑπήεισα'}