Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ὑπερωέω
ὑπερωμόκρεως
ὑπερῷον
ὑπερῷος
ὑπερώτατος
ὑπερωτάω
ὑπεσθίω
ὑπεσπάνισμαι
ὑπεσσεῖται
ὑπέσταν
ὑπεστόρεσα
ὑπέσχεθον
ὑπεσχόμην
ὑπεύδιος
ὑπεύθῡνος
ὑπέφθην
ὑπέχευε
ὑπέχω
ὑπήεισα
ὑπηέριος
ὑπήκοος
View word page
ὑπεστόρεσα
ὑπεστόρεσα
also
ὑπέστρωσα
aor.
see
ὑποστόρνῡμι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑπεστόρεσα
Headword (normalized):
ὑπεστόρεσα
Headword (normalized/stripped):
υπεστορεσα
IDX:
41126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41127
Key:
ὑπεστόρεσα
Data
{'headword_display': '<b>ὑπεστόρεσα</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὑπεστόρεσα</RefFm><Lbl>also</Lbl><RefVL><FmHL>ὑπέστρωσα</FmHL><LblR>aor.</LblR></RefVL><XR>see<Ref>ὑποστόρνῡμι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑπεστόρεσα'}