Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ὑπέρπλουτος
ὑπέρπολυς
ὑπερπονέω
ὑπέρπονος
ὑπερπόντιος
ὑπέρπτατο
ὑπέρπτωχος
ὑπερπυππάζω
ὑπερπυρριάω
ὑπερπωτάομαι
ὑπερράγην
ὑπερσεμνῡ́νομαι
ὑπερσκελής
ὑπέρσοφος
ὑπερσπουδάζω
ὑπερστατέω
ὑπέρτατος
ὑπερτείνω
ὑπερτελέω
ὑπερτελής
ὑπερτέλλω
View word page
ὑπερράγην
ὑπερράγην
aor.2 pass.
see
ὑπορρήγνυμαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑπερράγην
Headword (normalized):
ὑπερράγην
Headword (normalized/stripped):
υπερραγην
IDX:
41066
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41067
Key:
ὑπερράγην
Data
{'headword_display': '<b>ὑπερράγην</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὑπερράγην<LblR>aor.2 pass.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ὑπορρήγνυμαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑπερράγην'}