Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπερόπτης
ὑπεροπτικός
ὑπεροράω
ὑπερορίᾱ
ὑπερορίζω
ὑπερόριος
ὑπερόρνυμαι
ὑπερορρωδέω
ὕπερος
ὑπερουράνιος
ὑπερούριος
ὑπεροχή
ὑπέροχος
ὑπεροψίᾱ
ὑπερπαγής
ὑπερπᾱδάω
ὑπερπαθέω
ὑπερπαίω
ὑπέρπαχυς
ὑπερπέλομαι
ὑπερπερισσῶς
View word page
ὑπερούριος
ὑπερούριοςIon.adjseeὑπερόριος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπερούριος
Headword (normalized):
ὑπερούριος
Headword (normalized/stripped):
υπερουριος
IDX:
41034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41035
Key:
ὑπερούριος

Data

{'headword_display': '<b>ὑπερούριος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ὑπερούριος</HL><PS>Ion.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ὑπερόριος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑπερούριος'}