Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπερκότως
ὑπερκρεμάννυμαι
ὑπερκτάομαι
ὑπερκυβιστάω
ὑπερκῡ́δᾱς
ὑπερκύπτω
ὑπέρλαμπρος
ὑπερλαμπρῡ́νομαι
ὑπερλῡπέομαι
ὑπερμαίνομαι
ὑπερμᾱ́κης
ὑπερμαχέω
ὑπερμαχητικός
ὑπερμάχομαι
ὑπερμεγάθης
ὑπέρμεγας
ὑπερμεγέθης
ὑπερμεθύσκομαι
ὑπερμενέων
ὑπερμενής
ὑπέρμετρος
View word page
ὑπερμᾱ́κης
ὑπερμᾱ́κηςdial.adjseeὑπερμήκης

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπερμᾱ́κης
Headword (normalized):
ὑπερμᾱ́κης
Headword (normalized/stripped):
υπερμακης
IDX:
40998
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40999
Key:
ὑπερμᾱ́κης

Data

{'headword_display': '<b>ὑπερμᾱ́κης</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ὑπερμᾱ́κης</HL><PS>dial.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ὑπερμήκης</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑπερμᾱ́κης'}