Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπερκέρασις
ὑπερκεράω
ὑπερκολακεύω
ὑπέρκομπος
ὑπέρκοπος
ὑπερκορέννῡμι
ὑπερκότως
ὑπερκρεμάννυμαι
ὑπερκτάομαι
ὑπερκυβιστάω
ὑπερκῡ́δᾱς
ὑπερκύπτω
ὑπέρλαμπρος
ὑπερλαμπρῡ́νομαι
ὑπερλῡπέομαι
ὑπερμαίνομαι
ὑπερμᾱ́κης
ὑπερμαχέω
ὑπερμαχητικός
ὑπερμάχομαι
ὑπερμεγάθης
View word page
ὑπερ-κῡ́δᾱς
ὑπερκῡ́δᾱςαντοςmasc.adjκῦδος far-famed, renownedIl. Hes.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπερκῡ́δᾱς
Headword (normalized):
ὑπερκῡ́δᾱς
Headword (normalized/stripped):
υπερκυδας
IDX:
40992
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40993
Key:
ὑπερκῡ́δᾱς

Data

{'headword_display': '<b>ὑπερ-κῡ́δᾱς</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὑπερ<hyph/>κῡ́δᾱς</HL><Infl>αντος</Infl><PS>masc.adj</PS><Ety><Ref>κῦδος</Ref></Ety></HG> <aS1><Tr>far-famed, renowned</Tr><Au>Il. Hes.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ὑπερκῡ́δᾱς'}