Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπερέρχομαι
ὑπερεσθίω
ὑπερέσχεθον
ὑπέρευ
ὑπερευγενής
ὑπερευδαιμονέω
ὑπερευδοκιμέω
ὑπερεχθαίρω
ὑπερέχω
ὑπερζέω
ὑπερηδέως
ὑπερήδομαι
ὑπερημερίᾱ
ὑπερήμερος
ὑπερημίσεις
ὑπέρημος
ὑπερηνορέη
ὑπερηνορέων
ὑπερήνωρ
ὑπερηφανέω
ὑπερηφανίᾱ
View word page
ὑπερ-ηδέως
ὑπερηδέωςadv with especial pleasureX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπερηδέως
Headword (normalized):
ὑπερηδέως
Headword (normalized/stripped):
υπερηδεως
IDX:
40942
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40943
Key:
ὑπερηδέως

Data

{'headword_display': '<b>ὑπερ-ηδέως</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ὑπερ<hyph/>ηδέως</HL><PS>adv</PS></vHG> <advS1><Tr>with especial pleasure</Tr><Au>X.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'ὑπερηδέως'}