Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδειπνέω
ὑπερδέξιος
ὑπερδιατείνομαι
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
ὑπερδραμεῖν
Ὑπερείδης
ὑπερεῖδον
ὑπερείδω
ὑπερείπω
ὑπερεκθεραπεύω
ὑπερεκπλήττομαι
ὑπερεκχύννομαι
ὐπερέλαφρος
ὑπερεξακισχῑ́λιοι
ὑπερεξηκοντέτης
ὑπέρεξις
ὑπερεπαινέω
View word page
ὑπερεῖδον
ὑπερεῖδονaor.2seeὑπεροράω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπερεῖδον
Headword (normalized):
ὑπερεῖδον
Headword (normalized/stripped):
υπερειδον
IDX:
40917
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40918
Key:
ὑπερεῖδον

Data

{'headword_display': '<b>ὑπερεῖδον</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὑπερεῖδον<LblR>aor.2</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ὑπεροράω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑπερεῖδον'}