Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπερβολάδην
ὑπερβολή
ὑπερβολικός
Ὑπερβόρεοι
ὑπερβρῑθής
ὑπεργάζομαι
ὑπεργέλοιος
ὑπεργεμίζομαι
ὑπεργέμω
ὑπεργήρως
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδειπνέω
ὑπερδέξιος
ὑπερδιατείνομαι
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
ὑπερδραμεῖν
View word page
ὑπέρ-δασυς
ὑπέρδασυςυgen.εοςadjδασύς of a manvery hairyX.

ShortDef

very hairy

Debugging

Headword:
ὑπέρδασυς
Headword (normalized):
ὑπέρδασυς
Headword (normalized/stripped):
υπερδασυς
IDX:
40905
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40906
Key:
ὑπέρδασυς

Data

{'headword_display': '<b>ὑπέρ-δασυς</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὑπέρ<hyph/>δασυς</HL><Infl>υ</Infl><VInfl><Lbl>gen.</Lbl><FmInfl>εος</FmInfl></VInfl><PS>adj</PS><Ety><Ref>δασύς</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a man</Indic><Tr>very hairy</Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ὑπέρδασυς'}