Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπεξέχυτο
ὑπεξέχω
ὑπεξίσταμαι
ὑπέρ
ὕπερ
ὑπέρᾱ
ὑπεραβέλτερος
ὑπεράγαμαι
ὑπεραγανακτέω
ὑπεραγαπάω
ὑπεράγω
ὑπεραγωνιάω
ὑπερᾱής
ὑπέραι
ὑπεραιδέομαι
ὑπεραιμέω
ὑπεραίρω
ὑπέραισχρος
ὑπεραισχῡ́νομαι
ὑπεραιωρέομαι
ὑπερακοντίζω
View word page
ὑπερ-άγω
ὑπεράγωvb go beyondsurpassw.gen.othersPlb.

ShortDef

lift up over

Debugging

Headword:
ὑπεράγω
Headword (normalized):
ὑπεράγω
Headword (normalized/stripped):
υπεραγω
IDX:
40840
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40841
Key:
ὑπεράγω

Data

{'headword_display': '<b>ὑπερ-άγω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ὑπερ<hyph/>άγω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Def>go beyond</Def><Tr>surpass</Tr><Cmpl><GLbl>w.gen.</GLbl>others<Au>Plb.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'ὑπεράγω'}