Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀμπνῡ́θη
ἀμπολέω
ἀμποτάομαι
ἀμπρεύω
ἀμπταίην
ἀμπτυχή
ἀμπυκτήρ
ἀμπυκτήρια
ἀμπύκωμα
ἄμπυξ
ἄμπωτις
ἀμυγδάλινος
ἀμυγδαλίς
ἄμυγμα
ἀμυγμός
ἄμυδις
ἀμυδρός
ἀμύητος
ἀμῡ́θητος
Ἀμύκλαι
Ἀμυκλαϊάζω
View word page
ἄμπωτις
ἄμπωτιςdial.fseeἀνάπωτις

ShortDef

a being sucked back, the ebb-tide

Debugging

Headword:
ἄμπωτις
Headword (normalized):
ἄμπωτις
Headword (normalized/stripped):
αμπωτις
IDX:
4074
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4075
Key:
ἄμπωτις

Data

{'headword_display': '<b>ἄμπωτις</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἄμπωτις</HL><PS>dial.f</PS></HG><XR>see<Ref>ἀνάπωτις</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἄμπωτις'}