Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀμπίπτω
ἀμπισχνέομαι
ἀμπίσχω
ἀμπλακεῖν
ἀμπλάκημα
ἀμπλακίᾱ
ἀμπλάκιον
ἀμπλέκω
ἀμπνείω
ἄμπνευμα
ἀμπνοᾱ́
ἀμπνῡ́θη
ἀμπολέω
ἀμποτάομαι
ἀμπρεύω
ἀμπταίην
ἀμπτυχή
ἀμπυκτήρ
ἀμπυκτήρια
ἀμπύκωμα
ἄμπυξ
View word page
ἀμπνοᾱ́
ἀμπνοᾱ́
ἀμπνοή
dial.f
seeἀναπνοή

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀμπνοᾱ́
Headword (normalized):
ἀμπνοᾱ́
Headword (normalized/stripped):
αμπνοα
IDX:
4063
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4064
Key:
ἀμπνοᾱ́

Data

{'headword_display': '<b>ἀμπνοᾱ́</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀμπνοᾱ́</HL><DL><FmHL>ἀμπνοή</FmHL></DL><PS>dial.f</PS></HG><XR>see<Ref>ἀναπνοή</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀμπνοᾱ́'}