Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τύπωμα
τύπωσις
τῡρακίνᾱς
τυραννεῖον
τυραννεύω
τυραννῑ́η
τυραννίζω
τυραννικός
τυραννίς
τυραννοκτονίᾱ
τυραννοποιός
τύραννος
τυρβάζω
τύρβη
τῡρεύματα
τῡρεύω
τῡρέω
Τύριος
τῠρόεις
τῡρόκνηστις
τῡρόνωτος
View word page
τυραννο-ποιός
τυραννο-ποιόςοῦmποιέω tyrant-makerPl.

ShortDef

a maker of tyrants

Debugging

Headword:
τυραννοποιός
Headword (normalized):
τυραννοποιός
Headword (normalized/stripped):
τυραννοποιος
IDX:
40442
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40443
Key:
τυραννοποιός

Data

{'headword_display': '<b>τυραννο-ποιός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τυραννο-ποιός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>ποιέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>tyrant-maker</Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τυραννοποιός'}