Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τυκτά
τυκτός
τύλη
τύλος
τυλόω
τυλωτός
τύμβευμα
τυμβεύω
τυμβήρης
τύμβος
τυμβοχοέω
τυμβοχοή
τυμβοχόος
τυμβόχωστος
τυμβωρύχος
τύμμα
τυμπανισμός
τυμπανίστρια
τύμπανον
Τυνδάρεος
τῡ́νη
View word page
τυμβοχοέω
τυμβοχοέωcontr.vbτυμβοχόος heap up a burial moundHdt.

ShortDef

to throw up a cairn

Debugging

Headword:
τυμβοχοέω
Headword (normalized):
τυμβοχοέω
Headword (normalized/stripped):
τυμβοχοεω
IDX:
40411
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40412
Key:
τυμβοχοέω

Data

{'headword_display': '<b>τυμβοχοέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>τυμβοχοέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>τυμβοχόος</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>heap up a burial mound</Tr><Au>Hdt.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'τυμβοχοέω'}