Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τροχοποιέω
τροχός
τρόχος
τρύβλιον
τρυγάω
τρύγη
τρῡγητήρ
τρύγητος
τρυγηφόρος
τρυγικός
τρυγοδαίμων
τρύγοιπος
τρυγῳδίᾱ
τρυγῳδικός
τρυγῳδός
τρῡγών
τρύζω
τρῡμαλιᾱ́
τρῡ́μη
τρύξ
τρῡ́ξω
View word page
τρυγο-δαίμων
τρυγο-δαίμωνονοςmconflation of τρυγῳδός and κακοδαίμων goddamned comic poetAr.

ShortDef

a poor-devil poet

Debugging

Headword:
τρυγοδαίμων
Headword (normalized):
τρυγοδαίμων
Headword (normalized/stripped):
τρυγοδαιμων
IDX:
40338
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40339
Key:
τρυγοδαίμων

Data

{'headword_display': '<b>τρυγο-δαίμων</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τρυγο-δαίμων</HL><Infl>ονος</Infl><PS>m</PS><Ety>conflation of <Ref>τρυγῳδός</Ref> and <Ref>κακοδαίμων</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>goddamned comic poet</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τρυγοδαίμων'}