Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τροφεῖα
τροφεύς
τροφή
τροφίᾱς
τρόφιμος
τρόφις
τροφόεις
τροφός
Τροφώνιος
τροχάζω
τροχαῖος
τροχαλός
τροχάω
τροχερός
τροχηλατέω
τροχηλάτης
τροχήλατος
τροχίζομαι
τροχιλείᾱ
τροχιλεῖον
τροχίλος
View word page
τροχαῖος
τροχαῖοςουm metrical foot consisting of a long and short syllabletrocheePl.trochaic rhythmArist.

ShortDef

running, tripping

Debugging

Headword:
τροχαῖος
Headword (normalized):
τροχαῖος
Headword (normalized/stripped):
τροχαιος
IDX:
40313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40314
Key:
τροχαῖος

Data

{'headword_display': '<b>τροχαῖος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τροχαῖος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Def>metrical foot consisting of a long and short syllable</Def><Tr>trochee</Tr><Au>Pl.</Au></nS1><nS1><Tr>trochaic rhythm</Tr><Au>Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τροχαῖος'}