Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τρίφῡλος
τρίχα
τρίχα
τριχᾱ́ῑκες
τρίχαλκον
τρίχᾱλος
τριχῇ
τριχθά
τριχινός
τριχίς
τριχόβρως
τριχοίνικος
τριχορρυέω
τριχός
τρίχους
τρίχωμα
τρῑψημερέω
τρῖψις
τρῑ́ψω
τριώβολον
τριῶν
View word page
τριχό-βρως
τριχό-βρωςωτοςv.l.τριχοβρώςῶτοςm.fβιβρώσκω hair-eaterclothes-mothAr.

ShortDef

eating hair

Debugging

Headword:
τριχόβρως
Headword (normalized):
τριχόβρως
Headword (normalized/stripped):
τριχοβρως
IDX:
40269
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40270
Key:
τριχόβρως

Data

{'headword_display': '<b>τριχό-βρως</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τριχό-βρως</HL><Infl>ωτος</Infl><BrVL><Lbl>v.l.</Lbl><FmHL>τριχοβρώς</FmHL><VInfl><FmInfl>ῶτος</FmInfl></VInfl></BrVL><PS>m.f</PS><Ety><Ref>βιβρώσκω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>hair-eater</Def><Tr>clothes-moth</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τριχόβρως'}