Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄμορος
ἀμορφίᾱ
ἄμορφος
ᾱ̔μός
ἆμος
ἄμοτος
ἁμοῦ γέ που
ἀμουσίᾱ
ἄμουσος
ἄμοχθος
ἀμπάλλω
ἄμπαλος
ἄμπαυμα
ἀμπείθω
ἀμπελεών
ἀμπέλινος
ἀμπέλιον
ἀμπελίς
ἀμπελόεις
ἄμπελος
ἀμπελοσκάφος
View word page
ἀμπάλλω
ἀμπάλλωdial.vbseeἀναπάλλω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀμπάλλω
Headword (normalized):
ἀμπάλλω
Headword (normalized/stripped):
αμπαλλω
IDX:
4025
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4026
Key:
ἀμπάλλω

Data

{'headword_display': '<b>ἀμπάλλω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀμπάλλω</HL><PS>dial.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ἀναπάλλω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀμπάλλω'}