Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τριτεῖα
τριτημόριον
τριτημόριος
τριτημορίς
τριτοβᾱ́μων
Τρῑτογενής
τρίτος
τριτόσπονδος
τριτόσπορος
τριτοστάτης
τριττός
τριττυαρχέω
τριττύς
Τρῑ́των
τριφαλαγγίᾱ
τριφάσιος
τριφίλητος
τρίφυλλον
τρίφῡλος
τρίχα
τρίχα
View word page
τριττός
τριττόςAtt.num.adjseeτρισσός

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τριττός
Headword (normalized):
τριττός
Headword (normalized/stripped):
τριττος
IDX:
40251
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40252
Key:
τριττός

Data

{'headword_display': '<b>τριττός</b>', 'content': '<XE><HG><HL>τριττός</HL><PS>Att.num.adj</PS></HG><XR>see<Ref>τρισσός</Ref></XR> </XE>', 'key': 'τριττός'}