Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τρισμός
τρισμῡ́ριοι
τρισμῡριόπαλαι
τρισοιζυρός
τρισόλβιος
τρισολυμπιονῑ́κᾱς
τρισπίθαμος
τρίσπονδος
τρισσός
τριστάδιος
τρίστεγον
τρίστοιχος
τρισχῑ́λιοι
τρισχῑλιοστός
τρισώματος
τριταγωνιστέω
τριταγωνιστής
τριταῖος
τριταλαντιαῖος
τριτάλαντος
τρίτατος
View word page
τρί-στεγον
τρί-στεγονουnστέγη third storeyof a houseNT.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τρίστεγον
Headword (normalized):
τρίστεγον
Headword (normalized/stripped):
τριστεγον
IDX:
40230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40231
Key:
τρίστεγον

Data

{'headword_display': '<b>τρί-στεγον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τρί-στεγον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>στέγη</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>third storey<Expl>of a house</Expl></Tr><Au>NT.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τρίστεγον'}