Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τρισκακοδαίμων
τρίσκαλμος
τρισκατάρᾱτος
τρίσμακαρ
τρισμακάριος
τρισμός
τρισμῡ́ριοι
τρισμῡριόπαλαι
τρισοιζυρός
τρισόλβιος
τρισολυμπιονῑ́κᾱς
τρισπίθαμος
τρίσπονδος
τρισσός
τριστάδιος
τρίστεγον
τρίστοιχος
τρισχῑ́λιοι
τρισχῑλιοστός
τρισώματος
τριταγωνιστέω
View word page
τρισ-ολυμπιονῑ́κᾱς
τρισ-ολυμπιονῑ́κᾱςdial.mὈλυμπιονῑ́κης of a familythrice victorious in the Olympic gamesPi.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τρισολυμπιονῑ́κᾱς
Headword (normalized):
τρισολυμπιονῑ́κᾱς
Headword (normalized/stripped):
τρισολυμπιονικας
IDX:
40225
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40226
Key:
τρισολυμπιονῑ́κᾱς

Data

{'headword_display': '<b>τρισ-ολυμπιονῑ́κᾱς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τρισ-ολυμπιονῑ́κᾱς</HL><Infl>ᾱ</Infl><PS>dial.m</PS><Ety><Ref>Ὀλυμπιονῑ́κης</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>of a family</Indic><Tr>thrice victorious in the Olympic games</Tr><Au>Pi.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τρισολυμπιονῑ́κᾱς'}