Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τρίπηχυς
τρίπλαξ
τριπλασιάζομαι
τριπλάσιος
τρίπλεθρος
τριπλοῦς
τριποδήιος
τριπόδης
τριπόθητος
τρίπολις
τριπόλιστος
τρίπολος
τρίπους
τρῑπτήρ
τρῑ́πτης
Τριπτόλεμος
τριπτός
τρίπτυχος
τρίπωλος
τρίρρῡμος
τρίς
View word page
τριπόλιστος
τριπόλιστοςονadjreltd.τρίπολος fig., of a person's fate, or perh. of lamentationthrice renewedconstantly revisitedS.

ShortDef

thrice-repeated

Debugging

Headword:
τριπόλιστος
Headword (normalized):
τριπόλιστος
Headword (normalized/stripped):
τριπολιστος
IDX:
40197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40198
Key:
τριπόλιστος

Data

{'headword_display': '<b>τριπόλιστος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>τριπόλιστος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety>reltd.<Ref>τρίπολος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>fig., of a person's fate, or perh. of lamentation</Indic><Def>thrice renewed</Def><Tr>constantly revisited</Tr><Au>S.</Au></aS1></AE>", 'key': 'τριπόλιστος'}