Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τρίμετρος
τρίμηνος
τρῖμμα
τρῑμμός
τριμοιρίᾱ
τρίμοιρος
τρίμορφος
Τρῑνακρίᾱ
τριξός
τρίοδος
τριοδοντίᾱ
τριόδους
τριοῖσι
τριόροφος
τριόρχης
τρίπαις
τρίπαλαι
τριπάλαστος
τρίπαλτος
τριπάχυντος
τρίπεδος
View word page
τριοδοντίᾱ
τριοδοντίᾱᾱςfτριόδους use of a tridentin fishingspearing, tridentryPl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τριοδοντίᾱ
Headword (normalized):
τριοδοντίᾱ
Headword (normalized/stripped):
τριοδοντια
IDX:
40174
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40175
Key:
τριοδοντίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>τριοδοντίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τριοδοντίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>τριόδους</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>use of a trident<Expl>in fishing</Expl></Def><Tr>spearing, tridentry</Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τριοδοντίᾱ'}