Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τριήραρχος
τριηραύλης
τριήρης
τριηρικός
τριηρῖται
τριηροποιοί
τρικάρηνος
τρικέφᾱλος
τρίκλῑνον
τρικόρυθος
τρικότυλος
τρίκρᾱνος
τρικύαθος
τρικῡμίᾱ
τριλάγῡνος
τρίλλιστος
τριλοφίᾱ
τριμερής
τρίμετρος
τρίμηνος
τρῖμμα
View word page
τρι-κότυλος
τρι-κότυλοςονadjκοτύλη of a large cupholding three-quarters of a litreMen.of wineapp.sold at three-quarters of a litre per oboli.e. cheapAr.

ShortDef

holding three κοτύλαι

Debugging

Headword:
τρικότυλος
Headword (normalized):
τρικότυλος
Headword (normalized/stripped):
τρικοτυλος
IDX:
40156
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40157
Key:
τρικότυλος

Data

{'headword_display': '<b>τρι-κότυλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>τρι-κότυλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κοτύλη</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a large cup</Indic><Tr>holding three-quarters of a litre</Tr><Au>Men.</Au></aS1><aS1><Indic>of wine</Indic><Qualif>app.</Qualif><Tr>sold at three-quarters of a litre per obol<Expl>i.e. cheap</Expl></Tr><Au>Ar.</Au></aS1></AE>', 'key': 'τρικότυλος'}