Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
τρίδραχμος
τριέλικτος
τριέμβολον
τριετηρίς
τριέτηρος
τριετής
τριετίᾱ
τρίζυγος
τρίζυξ
τρίζω
τριηκ-
τριημιολίᾱ
τριημιπόδιος
τριηραρχέω
τριηράρχημα
τριηραρχίᾱ
τριηραρχικός
τριήραρχος
τριηραύλης
τριήρης
τριηρικός
View word page
τριηκ-
τριηκ-
Ion. forms
see
τριᾱκ-
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τριηκ-
Headword (normalized):
τριηκ-
Headword (normalized/stripped):
τριηκ-
IDX:
40139
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40140
Key:
τριηκ-
Data
{'headword_display': '<b>τριηκ-</b>', 'content': '<XE><RefFm>τριηκ-<LblR>Ion. forms</LblR></RefFm><XR>see<Ref>τριᾱκ-</Ref></XR> </XE>', 'key': 'τριηκ-'}