Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τρίγληνος
τρίγλυφοι
τρίγλυφον
τριγλώχῑν
τριγονίᾱ
τρίγονος
τριγωνοειδής
τρίγωνος
τριδάκτυλος
τρίδουλος
τρίδραχμος
τριέλικτος
τριέμβολον
τριετηρίς
τριέτηρος
τριετής
τριετίᾱ
τρίζυγος
τρίζυξ
τρίζω
τριηκ-
View word page
τρί-δραχμος
τρί-δραχμοςονadjδραχμή of an item for salepriced at three drachmasAr.

ShortDef

worth three drachmae

Debugging

Headword:
τρίδραχμος
Headword (normalized):
τρίδραχμος
Headword (normalized/stripped):
τριδραχμος
IDX:
40129
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40130
Key:
τρίδραχμος

Data

{'headword_display': '<b>τρί-δραχμος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>τρί-δραχμος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>δραχμή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of an item for sale</Indic><Tr>priced at three drachmas</Tr><Au>Ar.</Au></aS1></AE>', 'key': 'τρίδραχμος'}