Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τραγῳδοποιός
τραγῳδός
τράμις
τρᾱνής
τρᾱνώματα
τράπεζα
τραπεζεύς
τραπέζιον
τραπεζῑτεύω
τραπεζῑ́της
τραπεζῑτικός
τραπεζοκόμος
τραπεζοποιός
τραπείομεν
τράπεσδα
τραπέσθαι
τραπέω
τραπῆναι
τράπομαι
τράπον
τράπω
View word page
τραπεζῑτικός
τραπεζῑτικόςή όνadjof a speech, lawsuitconcerning a bankerIsoc.title Arist.of accountsof a bankerHyp. D.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τραπεζῑτικός
Headword (normalized):
τραπεζῑτικός
Headword (normalized/stripped):
τραπεζιτικος
IDX:
40044
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40045
Key:
τραπεζῑτικός

Data

{'headword_display': '<b>τραπεζῑτικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>τραπεζῑτικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of a speech, lawsuit</Indic><Tr>concerning a banker</Tr><Au>Isoc.<LblR>title</LblR> Arist.</Au><aS2><Indic>of accounts</Indic><Tr>of a banker</Tr><Au>Hyp. D.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'τραπεζῑτικός'}