Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τραγοσκελής
τραγῳδέω
τραγῳδίᾱ
τραγῳδικός
τραγῳδιογράφος
τραγῳδοδιδάσκαλος
τραγῳδοποιός
τραγῳδός
τράμις
τρᾱνής
τρᾱνώματα
τράπεζα
τραπεζεύς
τραπέζιον
τραπεζῑτεύω
τραπεζῑ́της
τραπεζῑτικός
τραπεζοκόμος
τραπεζοποιός
τραπείομεν
τράπεσδα
View word page
τρᾱνώματα
τρᾱνώματατωνn.plτετραίνω piercingsporesof the tongueEmp.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τρᾱνώματα
Headword (normalized):
τρᾱνώματα
Headword (normalized/stripped):
τρανωματα
IDX:
40038
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40039
Key:
τρᾱνώματα

Data

{'headword_display': '<b>τρᾱνώματα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τρᾱνώματα</HL><Infl>των</Infl><PS>n.pl</PS><Ety><Ref>τετραίνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>piercings</Def><Tr>pores<Expl>of the tongue</Expl></Tr><Au>Emp.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τρᾱνώματα'}