Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
Τραγασαῖος
τραγείᾱ
τραγέλαφος
τραγήματα
τραγηματίζω
τραγικός
τραγίσκος
τραγοειδής
τραγοκτόνος
τραγομάσχαλος
τράγον
τράγος
τραγοσκελής
τραγῳδέω
τραγῳδίᾱ
τραγῳδικός
τραγῳδιογράφος
τραγῳδοδιδάσκαλος
τραγῳδοποιός
τραγῳδός
τράμις
View word page
τράγον
τράγον
dial.imperatv.
see
τρώγω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τράγον
Headword (normalized):
τράγον
Headword (normalized/stripped):
τραγον
IDX:
40026
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40027
Key:
τράγον
Data
{'headword_display': '<b>τράγον</b>', 'content': '<XE><RefFm>τράγον<LblR>dial.imperatv.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>τρώγω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'τράγον'}