Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τοὔτερον
τουτῑ́
τοῦτο
τουτογῑ́
τουτόθε
τοῦτον
τουτονγῑ́
τουτουμενῑ́
τούτους
τόφρα
τραγαλίζω
Τραγασαῖος
τραγείᾱ
τραγέλαφος
τραγήματα
τραγηματίζω
τραγικός
τραγίσκος
τραγοειδής
τραγοκτόνος
τραγομάσχαλος
View word page
τραγαλίζω
τραγαλίζωvbτρώγω nibble, munchscraps of foodAr.

ShortDef

nibble, munch

Debugging

Headword:
τραγαλίζω
Headword (normalized):
τραγαλίζω
Headword (normalized/stripped):
τραγαλιζω
IDX:
40015
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40016
Key:
τραγαλίζω

Data

{'headword_display': '<b>τραγαλίζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>τραγαλίζω</HL><PS>vb</PS><Ety><Ref>τρώγω</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>nibble, munch</Tr><Obj>scraps of food<Au>Ar.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'τραγαλίζω'}