Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπόκρυφος
ἀποκτείνῡμι
ἀποκτείνω
ἀπόκτισις
ἀποκυέω
ἀποκυλῑ́ω
ἀποκωκῡ́ω
ἀποκώλῡσις
ἀποκωλῡ́ω
ἀπολαγχάνω
ἀπολάζυμαι
ἀπολακτίζω
ἀπολακτισμός
ἀπολαμβάνω
ἀπολαμπρῡ́νομαι
ἀπολάμπω
ἀπολάπτω
ἀπόλαυσις
ἀπόλαυσμα
ἀπολαυστικός
ἀπολαυστός
View word page
ἀπο-λάζυμαι
ἀπολάζυμαιmid.vbλάζομαι take backone's estranged wifeE.

ShortDef

get back, recover

Debugging

Headword:
ἀπολάζυμαι
Headword (normalized):
ἀπολάζυμαι
Headword (normalized/stripped):
απολαζυμαι
IDX:
39
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-40
Key:
ἀπολάζυμαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀπο-λάζυμαι</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>ἀπο<hyph/>λάζυμαι</HL><PS>mid.vb</PS><Ety><Ref>λάζομαι</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>take back</Tr><Obj>one's estranged wife<Au>E.</Au></Obj> </vS1> </VE>", 'key': 'ἀπολάζυμαι'}