Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τορευτής
τορεύω
τόρμος
τόρνευμα
τορνευτολυρασπιδοπηγός
τορνεύω
τορνόομαι
τόρνος
τορός
τορῡ́νη
τορῡ́νω
τοσαυτάκις
τοσαυταχῶς
τόσος
τοσόσδε
τοσουτάριθμος
τοσοῦτος
τόσσαι
τοσσάκι
τοσσάτιος
τοσσῆνον
View word page
τορῡ́νω
τορῡ́νωvb stirsoupAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τορῡ́νω
Headword (normalized):
τορῡ́νω
Headword (normalized/stripped):
τορυνω
IDX:
39982
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39983
Key:
τορῡ́νω

Data

{'headword_display': '<b>τορῡ́νω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>τορῡ́νω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>stir</Tr><Obj>soup<Au>Ar.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'τορῡ́νω'}