Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τοῖο
τοῖος
τοιόσδε
τοιοῦτος
τοιουτότροπος
τοίς
τοῖσι
τοίσδεσι
τοῖχος
τοιχωρυχέω
τοιχωρυχίᾱ
τοιχωρύχος
τοίως
τόκα
τοκάς
τοκεύς
τοκεών
τοκίζω
τοκισμός
τοκιστής
τόκος
View word page
τοιχωρυχίᾱ
τοιχωρυχίᾱᾱςf housebreaking, burglaryX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τοιχωρυχίᾱ
Headword (normalized):
τοιχωρυχίᾱ
Headword (normalized/stripped):
τοιχωρυχια
IDX:
39911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39912
Key:
τοιχωρυχίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>τοιχωρυχίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>τοιχωρυχίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>housebreaking, burglary</Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'τοιχωρυχίᾱ'}