Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποτείχισις
ἀποτείχισμα
ἀποτειχισμός
ἀποτεκμαίρομαι
ἀποτέλειος
ἀποτέλεσμα
ἀποτελευτάω
ἀποτελεύτησις
ἀποτελέω
ἀποτέμνω
ἀπότευξις
ἀποτήκω
ἀποτηλόθι
ἀποτηλοῦ
ἀποτίβατος
ἀποτίθημι
ἀποτίκτω
ἀποτίλλω
ἀποτίλματα
ἀποτῑμάω
ἀποτῑ́μημα
View word page
ἀπότευξις
ἀπότευξιςεωςfἀποτυγχάνω failurein a war, an electionPlb. Plu.of an expedition, one's hopesPlu.

ShortDef

a failure

Debugging

Headword:
ἀπότευξις
Headword (normalized):
ἀπότευξις
Headword (normalized/stripped):
αποτευξις
IDX:
398
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-399
Key:
ἀπότευξις

Data

{'headword_display': '<b>ἀπότευξις</b>', 'content': "<NE><HG><HL>ἀπότευξις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἀποτυγχάνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>failure<Expl>in a war, an election</Expl></Tr><Au>Plb. Plu.</Au><nS2><Indic>of an expedition, one's hopes</Indic><Au>Plu.</Au></nS2></nS1></NE>", 'key': 'ἀπότευξις'}