Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τηλέφαντος
τηλέφιλον
τηλίᾱ
τηλίκος
τηλικόσδε
τηλικοῦτος
τήλινος
τηλόθε(ν)
τηλόθι
τηλορός
τηλόσε
τηλοῦ
τηλουρός
τηλύγετος
τηλωπός
τημελέω
τήμερον
τῆμος
τηνεί
τήνελλα
τήνελλος
View word page
τηλόσε
τηλόσεadv to a place far awayfarHom. hHom. E. AR.

ShortDef

to a distance, far away

Debugging

Headword:
τηλόσε
Headword (normalized):
τηλόσε
Headword (normalized/stripped):
τηλοσε
IDX:
39748
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39749
Key:
τηλόσε

Data

{'headword_display': '<b>τηλόσε</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>τηλόσε</HL><PS>adv</PS></vHG> <advS1><Def>to a place far away</Def><Tr>far</Tr><Au>Hom. hHom. E. AR.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'τηλόσε'}