Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Ἀμῑμητόβιοι
ἀμῑ́μητος
ᾱ̔μίν
ἀμιξίᾱ
ἅμιππος
ἁμίς
ἀμῑσής
ἄμισθος
ἀμίσθωτος
ἄμιτρος
ἀμιτροχίτων
ἀμιχθαλόεις
ἅμμα
ἀμμείγνῡμι
ἀμμένω
ᾱ̓́μμες
ἀμμέτερος
ἄμμιγα
ἀμμορίη
ἄμμορος
ἄμμος
View word page
ἀμιτρο-χίτων
ἀμιτρο-χίτωνωνοςmasc.adjχιτών of a Lycian warriorwith unbelted tunicIl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀμιτροχίτων
Headword (normalized):
ἀμιτροχίτων
Headword (normalized/stripped):
αμιτροχιτων
IDX:
3960
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3961
Key:
ἀμιτροχίτων

Data

{'headword_display': '<b>ἀμιτρο-χίτων</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀμιτρο-χίτων</HL><Infl>ωνος</Infl><PS>masc.adj</PS><Ety><Ref>χιτών</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a Lycian warrior</Indic><Tr>with unbelted tunic</Tr><Au>Il.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀμιτροχίτων'}