Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τετραγωνίζω
τετραγωνοπρόσωπος
τετράγωνος
τετράδιον
τετράδραχμος
τετραέλικτος
τετράενος
τετραετής
τετραετίᾱ
τετράζυγος
τετραθέλυμνος
τετραίνω
τετρακαιδεκέτις
τετράκις
τετρακισμῡ́ριοι
τετρακισχῑ́λιοι
τετράκνᾱμος
τετρακόσιοι
τετρακοσιοστός
τετράκυκλος
τετραμαίνω
View word page
τετρα-θέλυμνος
τετρα-θέλυμνοςονadjapp. θέλυμνον foundationof a shieldwith four layers of hideHom.

ShortDef

of four layers

Debugging

Headword:
τετραθέλυμνος
Headword (normalized):
τετραθέλυμνος
Headword (normalized/stripped):
τετραθελυμνος
IDX:
39592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39593
Key:
τετραθέλυμνος

Data

{'headword_display': '<b>τετρα-θέλυμνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>τετρα-θέλυμνος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety>app. <Gr>θέλυμνον</Gr> <ital>foundation</ital></Ety></HG><aS1><Indic>of a shield</Indic><Tr>with four layers of hide</Tr><Au>Hom.</Au></aS1></AE>', 'key': 'τετραθέλυμνος'}