Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποταφρεύω
ἀποτείνυμαι
ἀποτείνω
ἀποτειστέον
ἀποτειχίζω
ἀποτείχισις
ἀποτείχισμα
ἀποτειχισμός
ἀποτεκμαίρομαι
ἀποτέλειος
ἀποτέλεσμα
ἀποτελευτάω
ἀποτελεύτησις
ἀποτελέω
ἀποτέμνω
ἀπότευξις
ἀποτήκω
ἀποτηλόθι
ἀποτηλοῦ
ἀποτίβατος
ἀποτίθημι
View word page
ἀποτέλεσμα
ἀποτέλεσμαατοςnἀποτελέω perfectionPlb. Plu. outcome, resultof certain principles of governmentPlb. eventin someone's lifePlu.

ShortDef

full completion

Debugging

Headword:
ἀποτέλεσμα
Headword (normalized):
ἀποτέλεσμα
Headword (normalized/stripped):
αποτελεσμα
IDX:
393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-394
Key:
ἀποτέλεσμα

Data

{'headword_display': '<b>ἀποτέλεσμα</b>', 'content': "<NE><HG><HL>ἀποτέλεσμα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>ἀποτελέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>perfection</Tr><Au>Plb. Plu.</Au></nS1> <nS1><Tr>outcome, result<Expl>of certain principles of government</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1> <nS1><Tr>event<Expl>in someone's life</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>", 'key': 'ἀποτέλεσμα'}