Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ταραχή
τάραχος
ταραχώδης
ταρβαλέος
ταρβέω
τάρβος
ταρβοσύνη
ταρβόσυνος
Ταργήλια
ταρῑ́χευσις
ταρῑχευτής
ταρῑχεύω
ταρῑ́χιον
ταρῑχοπωλέω
ταρῑχοπώλιον
τάρῑχος
τάρπην
ταρσός
ταρτάρειος
Τάρταρος
τάρφεα
View word page
ταρῑχευτής
ταρῑχευτήςέωIon.m embalmerHdt.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ταρῑχευτής
Headword (normalized):
ταρῑχευτής
Headword (normalized/stripped):
ταριχευτης
IDX:
39247
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39248
Key:
ταρῑχευτής

Data

{'headword_display': '<b>ταρῑχευτής</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ταρῑχευτής</HL><Infl>έω</Infl><PS>Ion.m</PS></HG> <nS1><Tr>embalmer</Tr><Au>Hdt.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ταρῑχευτής'}