Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ταναύπους
ταναυφής
ταναῶπις
τανηλεγής
τᾱνίκα
τανίσφυρος
τανίφυλλος
τανταλείᾱ
τανταλόομαι
Τάνταλος
τανυᾱ́κης
τανύγλωσσος
τανυγλώχῑν
τανύδρομος
τανυέθειρα
τανυήκης
τανύθριξ
τάνυμαι
τανύπεπλος
τανύπους
τανύπτερος
View word page
τανυᾱ́κης
τανυᾱ́κηςdial.adjseeτανυήκης

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τανυᾱ́κης
Headword (normalized):
τανυᾱ́κης
Headword (normalized/stripped):
τανυακης
IDX:
39193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39194
Key:
τανυᾱ́κης

Data

{'headword_display': '<b>τανυᾱ́κης</b>', 'content': '<XE><HG><HL>τανυᾱ́κης</HL><PS>dial.adj</PS></HG><XR>see<Ref>τανυήκης</Ref></XR> </XE>', 'key': 'τανυᾱ́κης'}