Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

τᾱλίκος
τᾶλις
ταμέειν
ταμεῖον
ταμεσίχρως
ταμίᾱ
ταμίᾱς
ταμιείᾱ
ταμιείδιον
ταμιεῖον
ταμιεύματα
ταμιευτικός
ταμιεύω
ταμίη
τάμισος
τάμνω
τᾶμος
τἀν
τᾱ́ν
τᾶν
ταναήκης
View word page
ταμιεύματα
ταμιεύματατωνn.pl housekeeping responsibilitiesof a wifeX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ταμιεύματα
Headword (normalized):
ταμιεύματα
Headword (normalized/stripped):
ταμιευματα
IDX:
39170
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39171
Key:
ταμιεύματα

Data

{'headword_display': '<b>ταμιεύματα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ταμιεύματα</HL><Infl>των</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Tr>housekeeping responsibilities<Expl>of a wife</Expl></Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ταμιεύματα'}